Ήταν Σουηδέζα ηθοποιός του κινηματογράφου κατά τη διάρκεια της εποχής του βωβού κινηματογράφου και μέρους της χρυσής εποχής του Χόλιγουντ.
Θεωρείται μια από τις μεγαλύτερες αλλά και πιο μυστηριώδεις ηθοποιούς της Metro-Goldwyn-Mayer, αλλά και του Χόλυγουντ γενικότερα. Συνολικά πρωταγωνίστησε σε 31 ταινίες, με πρώτη ομιλούσα την Άννα Κρίστι (1930). Προτάθηκε 4 φορές για το βραβείο Όσκαρ Α΄ Γυναικείου Ρόλου αλλά ποτέ δεν το κατέκτησε. Αντίθετα της απονεμήθηκε το 1955 Τιμητικό Όσκαρ για τις αξέχαστες ερμηνείες της, η ίδια όμως δεν παρέστη αυτοπροσώπως για να το παραλάβει. Το Αμερικανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου την έχει κατατάξει πέμπτη στη λίστα με τις 25 μεγαλύτερες σταρ όλων των εποχών.
Στο «σφυρί» το φορέματα της Γκρέτα Γκάρμπο
Τα πρώτα χρόνια
Όταν ήταν 14 ετών, έχασε τον πατέρα της από την ισπανική γρίπη, με τον οποίο ήταν ιδιαίτερα κοντά. Αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το σχολείο και να πάει να δουλέψει. Η πρώτη της δουλειά ήταν σε ένα κουρείο, όπου ήταν υπεύθυνη να ετοιμάζει τον αφρό για το ξύρισμα. Στο βιβλίο της Η Γκάρμπο για την Γκάρμπο υποστηρίζει πως η σχέση της με τη μητέρα της ήταν πολύ καλή σε αντίθεση με τις φήμες που κυκλοφορούσαν τότε.
Αργότερα έγινε υπάλληλος στο πολυκατάστημα PUB στη Στοκχόλμη, όπου εργάστηκε ως μοντέλο στις διαφημίσεις του πολυκαταστήματος που προορίζονταν για τις εφημερίδες. Οι πρώτες της εμφανίσεις στον κινηματογράφο ήρθαν όταν έπαιξε σε δυο διαφημίσεις (οι πρώτες του πολυκαταστήματος όπου δούλευε). Τελικά την είδε ο κωμικός σκηνοθέτης Έρικ Άρθουρ Πέτσλερ και της έδωσε ένα ρόλο στην ταινία που γύριζε εκείνη την εποχή Peter the Tramp (Πίτερ ο αλήτης, 1922).
Από το 1922 μέχρι το 1924, φοίτησε στο περίφημο Βασιλικό Δραματικό Θέατρο της Στοκχόλμης. Όσο ήταν εκεί, γνώρισε το σκηνοθέτη Μορίτζ Στίλερ. Την εκπαίδευσε στις κινηματογραφικές τεχνικές υποκριτικής, της έδωσε το καλλιτεχνικό της όνομα Γκρέτα Γκάρμπο και της έδωσε έναν μείζονα ρόλο στη βωβή ταινία Gösta Berlings saga (Η ιστορία του Γκέστα Μπέρλιν), το 1924, μια μεταφορά του μυθιστορήματος της Σέλμα Λάγκερλεφ η οποία είχε κερδίσει και το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας.

Πρωταγωνίστησε στον Γκέστα Μπερλίν απέναντι από τον Σουηδό ηθοποιό Λαρς Χάνσον, μετά εμφανίστηκε στη γερμανική ταινία Die freudlose Gasse (Ο δρόμος της θλίψης, 1925), με σκηνοθέτη τον Γκέοργκ Βίλχελμ Παμπστ και συμπρωταγωνίστρια την Άστα Νίλσεν.
Ο Λούις Μπ. Μάγερ έφερε τον Στίλερ και τη Γκάρμπο στη Metro-Goldwyn-Mayer, όταν Η Ιστορία του Γκέστα Μπερλίν τράβηξε την προσοχή του. Όταν είδε την ταινία σε μια επίσκεψή του στο Βερολίνο, ο Μάγερ εντυπωσιάστηκε από τη σκηνοθεσία του Στίλερ, αλλά τον συνεπήρε πολύ περισσότερο η ηθοποιία και η σκηνική παρουσία της Γκάρμπο. Σύμφωνα με την κόρη του Μάγερ, Αϊρίν Μάγερ Σέλζνικ, με την οποία παρακολούθησε την ταινία, ήταν τα ήπια αισθήματα και οι εκφράσεις που εξέπεμπαν τα μάτια της που εξέπληξαν τόσο τον πατέρα της. Το 1925 που έφτασε στο Χόλυγουντ, η Γκρέτα Γκάρμπο ακόμα δεν ήξερε αγγλικά, αλλά την πρόσεξε ο τότε μόλις 24 ετών επικεφαλής παραγωγής της MGM Έρβιν Θάλμπεργκ και την προώθησε, προσφέροντάς της και μαθήματα αγγλικών.
Δυστυχώς, η σχέση της με τον Στίλερ τελείωσε αφού η φήμη της μεγάλωνε ενώ εκείνος πάλευε με το σύστημα. Απολύθηκε από την MGM και επέστρεψε στη Σουηδία το 1927 όπου και πέθανε ένα χρόνο αργότερα. Η Γκάρμπο ήταν επίσης στενή φίλη με τον Άιναρ Χάνσον (Einar Hanson), ένα Σουηδό ηθοποιό, ο οποίος δούλεψε με εκείνη και τον Παμπστ στο Δρόμο της θλίψης και μετά ήρθε στο Χόλιγουντ για να δουλέψει στην MGM και την Paramount Pictures.
-04_1581_107699310.jpg?t=i0a2q2fKzzOcMxaJdZ5nxg)
Ο Άιναρ Χάνσον σκοτώθηκε σε ένα αυτοκινητιστικό ατύχημα το 1927, μετά από ένα δείπνο με την Γκάρμπο και τον Στίλερ. Η αδερφή της Γκάρμπο, Άλβα, πέθανε από καρκίνο το 1926, σε ηλικία 23 ετών, αφού εμφανίστηκε σε μια κινηματογραφική ταινία στη Σουηδία, πράγμα που αύξησε τη μελαγχολία που ένιωθε η Γκάρμπο στο Χόλυγουντ. Η MGM αρνήθηκαν να επιτρέψουν στην Γκάρμπο να παρακολουθήσει την κηδεία της αδερφής της στη Σουηδία. Κατάφερε να επιστρέψει μόνο το 1928 για μια επίσκεψη.
Η ζωή στο Χόλυγουντ
Οι καλύτερες σιωπηλές ταινίες της Γκάρμπο ήταν Η σάρκα και ο Διάβολος (Flesh and the Devil, 1927), Αγάπη (Love, 1927) και Η μυστηριώδης κυρία (The Mysterious Lady, 1928). Πρωταγωνίστησε στις δύο πρώτες με το δημοφιλή πρωταγωνιστή Τζον Γκίλμπερτ. Το όνομά της συνδέθηκε με το δικό του σε ένα πολυδιαφημισμένο ειδύλλιο και λεγόταν πως η Γκάρμπο τον εγκατέλειψε στα σκαλιά της εκκλησίας το 1926, όταν άλλαξε γνώμη για τον γάμο τους.
Έχοντας γνωρίσει τεράστια επιτυχία ως ηθοποιός βωβών ταινιών και έχοντας γίνει πλέον μία από τις ηγετικές σταρ του Χόλυγουντ, ήταν μία από τους λίγους ηθοποιούς που έκανε τη μετάβαση στις ομιλούσες ταινίες, παρόλο που η εταιρεία της το καθυστέρησε όσο μπορούσε, λόγω ενός φόβου του στούντιο ότι η σουηδική προφορά της θα είχε αρνητικό αποτέλεσμα στη μετέπειτα καριέρα της (επίσης και συνολικά η Metro-Goldwyn-Mayer ήταν το τελευταίο κινηματογραφικό στούντιο του Χόλυγουντ που εισήγαγε ηχητικές ταινίες). Η ταινία της Το φιλί (The Kiss, 1929) ήταν η τελευταία ταινία της MGM χωρίς διαλόγους (είχε μόνο μουσική υπόκρουση και ηχητικά εφέ). Τελικώς όμως, παρέμεινε μια από τις πλέον εμπορικές σταρ του Χόλυγουντ και την επόμενη δεκαετία.
Η φωνή της ακούστηκε για πρώτη φορά στη μεγάλη οθόνη στην ταινία Άννα Κρίστι (Anna Christie, 1930), η οποία διαφημίστηκε με το σλόγκαν “Η Γκάρμπο μιλάει”. Η ταινία αποτέλεσε τεράστια επιτυχία. Το 1931 η Γκάρμπο γύρισε και μια γερμανική εκδοχή της ταινίας.

Η Γκάρμπο υποδύθηκε την κατάσκοπο του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, Μάτα Χάρι (Μάτα Χάρι, 1931). Την ίδια χρονιά συμπρωταγωνίστησε με τον Κλαρκ Γκέιμπλ στην ταινία Σούζαν Λένοξ (Susan Lenox [Her Fall and Rise], 1931). Έναν χρόνο αργότερα έγινε μέλος, μαζί με πολλά άλλα αστέρια της εποχής, της ταινίας Γκραντ Οτέλ (Grand Hotel, 1932), στην οποία έπαιξε μια Ρωσίδα μπαλαρίνα.
Μετά είχε μια διένεξη με την MGM όσον αφορά το συμβόλαιό της και υπέγραψε καινούργιο συμβόλαιο με την εταιρία το 1932, φεύγοντας για τη Σουηδία λίγο αργότερα τον ίδιο μήνα. Άσκησε τον έλεγχο που της είχε μόλις δοθεί αντικαθιστώντας τον συμπρωταγωνιστή της στη Βασίλισσα Χριστίνα (Queen Christina, 1933), Λόρενς Ολίβιε, με τον Γκίλμπερτ. Το 1935 ο παραγωγός και σκηνοθέτης Ντέιβιντ Ο. Σέλζνικ την ήθελε για να υποδυθεί την κληρονόμο στο Λυκόφως μιας ζωής (Dark Victory), αλλά εκείνη επέμενε να ερμηνεύσει την Άννα Καρένινα (Άννα Καρένινα) του Λέοντος Τολστόι. Η Μπέτι Ντέιβις θα έπαιζε τελικά το ρόλο της Τζούντιθ Τράχερν στο Λυκόφως μιας ζωής και απέσπασε την τρίτη της υποψηφιότητα για Όσκαρ.
Ο ρόλος της ως καταδικασμένη εταίρα (καθώς πεθαίνει λόγω φυματίωσης) στο Η κυρία με τις καμέλιες (Camille, 1936), σε σκηνοθεσία του Τζορτζ Κιούκορ, θεωρήθηκε ο καλύτερος ρόλος της. Μετά πρωταγωνίστησε με τον Μέλβιν Ντάγκλας στη Νινότσκα (Ninotchka, 1939), σε σκηνοθεσία Ερνστ Λούμπιτς.
Η Γκάρμπο προτάθηκε για Όσκαρ Α’ Γυναικείου Ρόλου για τους ρόλους της στην Άννα Κρίστι (1930), το Ρομάντζο (1930), την Κυρία με τις Καμέλιες (1937), και τη Νινότσκα (1939).
Το τέλος της καριέρας της
Η Νινότσκα ήταν μια επιτυχημένη προσπάθεια να “ελαφρύνει” η εικόνα της Γκάρμπο και να φανεί λιγότερο εξωτική. Αυτή η κωμωδία, η πρώτη της Γκάρμπο, διαφημίστηκε με τη φράση “”Η Γκάρμπο γελάει!”. Η επόμενη ταινία της, Διπρόσωπη γυναίκα (1941) προσπάθησε να επωφεληθεί δίνοντας στην Γκάρμπο ένα ρόλο σε μια ρομαντική κομεντί, όπου έπαιζε διπλό ρόλο για τις ανάγκες του οποίου χόρεψε κιόλας, και προσπάθησαν να τη μετατρέψουν σε ένα “κανονικό κορίτσι”. Η ταινία, η τελευταία της Γκάρμπο, σκηνοθετήθηκε από τον Τζορτζ Κιούκορ και παρ’ όλη την εμπορική του επιτυχία, πήρε πολύ κακές κριτικές.
Αναφέρεται συχνά ότι η Γκάρμπο αποφάσισε να αποσυρθεί από τον κινηματογράφο μετά την αποτυχία της ταινίας, αλλά ήδη από το 1935 είχε γίνει πολύ επιλεκτική με τους ρόλους της και τελικά περνούσε πολύς καιρός μέχρι να συμφωνήσει να κάνει την επόμενη ταινία της. Η ίδια η Γκάρμπο παραδέχτηκε ότι ένιωθε πως μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο ο κόσμος άλλαξε, ίσως για πάντα.
Το 1941, ο ενδυματολόγος της MGM, Άντριαν, άφησε επίσης την εταιρεία. Αργότερα είπε: Άφησα την MGM εξαιτίας της Γκάρμπο. Στην τελευταία της ταινία ήθελαν να την κάνω ένα κορίτσι της διπλανής πόρτας, μια κλασική Αμερικανίδα. Εγώ είπα: “Όταν τελειώσει η λάμψη για την Γκάρμπο, θα τελειώσει και για μένα. Έχει δημιουργήσει ένα πρότυπο. Αν καταστρέψετε αυτή την ψευδαίσθηση, θα καταστρέψετε εκείνη”. Όταν η Γκάρμπο έφυγε από το στούντιο, όλη η λάμψη έφυγε μαζί της, το ίδιο κι εγώ.

Το 1949, η Γκάρμπο κινηματογράφησε κάποια δοκιμαστικά, καθώς σκόπευε να ξαναμπεί στην κινηματογραφική βιομηχανία για να γυρίσει το La Duchesse de Langeais σε σκηνοθεσία Ουόλτερ Ουάνγκερ, κατά τα άλλα, όμως, δεν βρέθηκε ποτέ ξανά μπροστά σε κάμερα. Τα σχέδια για την ταινία κατέρρευσαν όταν οι χρηματοδότες απέτυχαν στην υλοποίηση της ταινίας, με αποτέλεσμα να ακυρωθεί, και μάλιστα τα δοκιμαστικά είχαν χαθεί για 40 χρόνια πριν ξαναβγούν στην επιφάνεια όταν ανακαλύφθηκαν μέσα στο γκαράζ κάποιου. Συμπεριλήφθησαν στο ντοκιμαντερ του καναλιού TCM Γκάρμπο, το 2005 και τη δείχνουν ακόμα απαστράπτουσα στα 43 της χρόνια. Υπήρχαν υπαινιγμοί ότι μπορεί να εμφανιζόταν ως “Δούκισσα de Guermantes” στην κινηματογραφική μεταφορά του έργου του Μαρσέλ Προυστ Η ομοιότητα των περασμένων, αλλά ποτέ δεν καρποφόρησε.
Η τελευταία της συνέντευξη, μάλλον, δόθηκε στο διάσημο αρθρογράφο για θέματα ψυχαγωγίας της Daily Mail του Λονδίνου, Πολ Κάλαν κατά τη διάρκεια του Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου των Καννών. Συναντήθηκαν στο Hotel du Cap Eden Roc, ο Κάλαν ξεκίνησε λέγοντας “Αναρωτιέμαι…” αλλά η Γκάρμπο τον διέκοψε λέγοντας του “Γιατί αναρωτιέσαι;” και έφυγε περήφανα, κάνοντας αυτή τη συνέντευξη μια από τις συντομότερες που δημοσιεύτηκαν ποτέ.
Σταδιακά αποσυρόταν από τον κόσμο της ψυχαγωγίας και κινήθηκε σε μια απομονωμένη ζωή στη Νέα Υόρκη, αρνούμενη να κάνει οποιαδήποτε δημόσια εμφάνιση. Μέχρι το θάνατό της, οι φωτογραφίες της Γκάρμπο είχαν γίνει ένα είδος σπορ για τους παπαράτσι. Το 1974, ο παραγωγός ταινιών ερωτικού περιεχομένου, Πήτερ ντε Ρομ, παρακολούθησε την Γκάρμπο στη Νέα Υόρκη και γύρισε κάποια πλάνα με εκείνη χωρίς την άδειά της για να τα συμπεριλάβει στην ερωτική ταινία του Adam & Yves.
Παρ’ όλες τις προσπάθειές της να ξεφύγει από τη δημοσιότητα, ψηφίστηκε «καλύτερη ηθοποιός του βωβού κινηματογράφου του αιώνα» (με τη συμπατριώτισσα της Ίνγκριντ Μπέργκμαν να αναδεικνύεται «καλύτερη ηθοποιός του ομιλούντος κινηματογράφου») το 1950 και ανακηρύχθηκε η ομορφότερη γυναίκα που έζησε ποτέ από το Βιβλίο Γκίνες.
Προσωπική ζωή
Μετά την απογείωση της καριέρας της, η Γκάρμπο έγινε γνωστή ως μονόχνωτο άτομο. Σε όλη της τη ζωή δεν έδινε συνεντεύξεις, δεν υπέγραφε αυτόγραφα, δεν παρακολουθούσε κοινωνικές εκδηλώσεις και δεν απαντούσε στην αλληλογραφία των θαυμαστών της. Σήμερα το όνομά της έχει σχετιστεί με την περίφημη ατάκα της από το Γκραντ Οτέλ: “Θέλω να είμαι μόνη” (I want to be alone), που το είχε πει με πολύ βαριά προφορά αντικαθιστώντας το w (ου) με έναν ήχο v (β), όπως είναι στα Σουηδικά. Παρ’ όλ’ αυτά η Γκάρμπο αργότερα σχολίασε: “Δεν είπα ποτέ, “Θέλω να είμαι μόνη”. Είπα μόνο πως “Θέλω να με αφήσουν ήσυχη” (I want to be let alone). Αυτή είναι όλη η διαφορά”.
Η Γκάρμπο υπέφερε από περιόδους έντονης κατάθλιψης και έχει περιγραφεί σε διάφορα προσωπικά γράμματα ως ναρκισίστρια, κτητική και υποτίθεται ντρεπόμενη για τον πατέρα της, έναν καθαριστή αποχωρητηρίων.
Φέρεται πως ο Γκίλμπερτ της έκανε πρόταση γάμου τρεις φορές πριν δεχτεί τελικά. Όταν, επιτέλους, ο γάμος κανονίστηκε το 1926, εκείνη δεν εμφανίστηκε στην τελετή. Αφού η σχέση είχε τελειώσει και η καριέρα του Γκίλμπερτ είχε καταρρεύσει, η Γκάρμπο του έδειξε μεγάλη αφοσίωση και επέμενε να παίξει μαζί της στη Βασίλισσα Χριστίνα το 1933, παρ’ όλες τις αντιρρήσεις του επικεφαλής του στούντιο της MGM, Λούις Μπ. Μάγερ.

Αποχώρηση και απομόνωση
Η Γκάρμπο ένιωθε ότι οι ταινίες της είχαν την κατάλληλη θέση στην ιστορία και θα κέρδιζαν σε αξία. Στις 9 Φεβουαρίου 1951, έγινε επίσημα πολίτης των Ηνωμένων Πολιτειών. Το 1954 βραβεύτηκε με Τιμητικό Όσκαρ.
Το 1953, αγόρασε ένα διαμέρισμα με εφτά δωμάτια στη Νέα Υόρκη, στην 52η Λεωφόρο, όπου έζησε για το υπόλοιπο της ζωής της.
Κατά καιρούς θα βρισκόταν με τις πιο διάσημες προσωπικότητες της παγκόσμιας υψηλής κοινωνίας όπως ο Αριστοτέλης Ωνάσης και ο φωτογράφος Σέσιλ Μπίτον αλλά, γενικά, επέλεξε να ζήσει απομονωμένη ζωή. Ήταν γνωστή για τους μεγάλους περιπάτους της στους δρόμους της Νέας Υόρκης ντυμένη απλά και φορώντας τεράστια γυαλιά ηλίου, αποφεύγοντας πάντα τα αδιάκριτα βλέμματα, τους παπαράτσι και την προσοχή των μίντια. Εντούτοις, η Γκάρμπο έλαβε ένα τελευταίο ξέσπασμα δημοσιότητας όταν γυμνές φωτογραφίες της, που τραβήχτηκαν με φακούς μεγάλης εμβέλειας, δημοσιεύτηκαν στο περιοδικό People το 1976. Καλλωπισμένη και χαλαρή, απολάμβανε ένα μπάνιο.
Έζησε τα τελευταία χρόνια της ζωής της σε απόλυτη απομόνωση. Έχοντας επενδύσει πολύ σοφά, ειδικά σε διαφημιστικά αγαθά κατά μήκος της εμπορικής οδού Rodeo Drive στο Μπέβερλι Χιλς, ήταν γνωστή για την ολιγάρκειά της και ήταν ιδιαίτερα εύπορη.
Πέθανε στο Νοσοκομείο της Νέας Υόρκης στις 15 Απριλίου 1990, σε ηλικία 84 ετών, ως συνέπεια πνευμονίας και νεφρικής ανεπάρκειας. Προηγουμένως είχε υποβληθεί σε επιτυχή θεραπεία για καρκίνο του μαστού. Αποτεφρώθηκε και, μετά από μακρά δικαστική μάχη, οι στάχτες της ενταφιάστηκαν στο νεκροταφείο Skogskykogárden στην ιδιαίτερη πατρίδα της, τη Στοκχόλμη. Άφησε όλη την περιουσία της, που υπολογίζεται στα 20.000.000 δολάρια, στην ανιψιά της, Γκρέι Ράισφηλντ στο Νιου Τζέρσεϊ.

Το αστέρι της Γκρέτα Γκάρμπο στη Λεωφόρο της Δόξας στο Χόλυγουντ
Για τη συνεισφορά της στον κινηματογράφο, από το 1960 έχει ένα αστέρι στη Λεωφόρο της Δόξας στο Χόλυγουντ, στο νούμερο 6901, και μάλιστα υπήρξε από τις πρώτες ηθοποιούς που το απέκτησαν όταν εγκαινιάστηκε τότε η Λεωφόρος. Επίσης, τον Σεπτέμβριο του 2005, τα ταχυδρομεία των Ηνωμένων Πολιτειών και της Σουηδίας εξέδωσαν από κοινού δύο αναμνηστικά γραμματόσημα.
Επιπλέον, η Γκάρμπο έχει τιμηθεί στην τέχνη και τη λογοτεχνία, τόσο κατά τη διάρκεια όσο και μετά τη ζωή της. Ενδεικτικά, το 2023, ο αξιοσημείωτος καλλιτέχνης William Kentridge συμπεριέλαβε ένα σχέδιο της Garbo στην ατομική του έκθεση στο μουσείο The Broad στο Λος Άντζελες. Επίσης, ένα άγαλμα της Γκρέτα Γκάρμπο με τίτλο «Άγαλμα της Ακεραιότητας» του Jón Leifsson βρίσκεται απομονωμένο βαθιά στο δάσος στο Χαργιεντόλεν της κεντρικής Σουηδίας.
Πηγή: wikipedia
Πηγή Άρθου
ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ
Ορισμένα αναρτώμενα από το διαδίκτυο κείμενα ή εικόνες (με σχετική σημείωση της πηγής), θεωρούμε ότι είναι δημόσια. Αν υπάρχουν δικαιώματα συγγραφέων, παρακαλούμε ενημερώστε μας για να τα αφαιρέσουμε. Επίσης σημειώνεται ότι οι απόψεις του ιστολόγιου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου. Για τα άρθρα που δημοσιεύονται εδώ, ουδεμία ευθύνη εκ του νόμου φέρουμε καθώς απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των συντακτών τους και δεν δεσμεύουν καθ’ οιονδήποτε τρόπο το ιστολόγιο.